"Η θέση της διευθύνουσας κάστας είναι βασικά ψεύτικη. Αυτή η κάστα είναι υποχρεωμένη να κρύβει τα προνόμιά της, να λέει ψέμματα στο λαό, να δικαιολογεί με κομμουνιστικές σχέσεις και πράγματα που δεν έχουν τίποτα το κοινό με τον κομμουνισμό. Ο γραφειοκρατικός μηχανισμός δεν επιτρέπει σε κανένα να λέει τα πράγματα με τ'όνομά τους. Αντίθετα, απαιτεί να χρησιμοποιεί κανείς σε κάθε περίσταση μία συμβατική "κομμουνιστική" γλώσσα, που χρησιμεύει για να καμουφλάρει την αλήθεια."Λέων Τρότσκι, Τα εγκλήματα του Στάλιν, εκδ. Ηριδανός
Μας είναι γνωστή και ιδιαίτερα τονισμένη η προσπάθεια ολοκληρωτικών καθεστώτων να ελέγξουν την χρήση της γλώσσας. Σαφέστερα: να χρησιμοποιήσουν και να επιβάλλουν ένα τυποποιημένο γλωσσικό κώδικα που να περιγράφει τα κοινωνικά και πολιτικά φαινόμενα σύμφωνα με τις δικές τους επιταγές.
Οι περισσότεροι γνωρίζουμε το καθεστώς εκφραστικής ανελευθερίας που κυριάρχησε στην Σοβιετική Ένωση του Στάλιν, όλοι έχουμε ακούσει κάτι για την πανίσχυρη γκαιμπελική προπαγάνδα, και χρησιμοποιούμε συχνά αυτά τα δύο παραδείγματα ως χαρακτηριστικά δεξιών και αριστερών απολυταρχικών κρατών. Ακολουθούν από πίσω κι άλλα πολλά, από Κίνα του χτες και του σήμερα, από Φράνκο μέχρι τον δικό μας Μεταξά και την επταετία.
Όλα αυτά τα χρησιμοποιούνται τις περισσότερες φορές σε αντιδιαστολή με την τωρινή κατάσταση, της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας που κυριάρχησε στον λεγόμενο δυτικό χώρο, και που επαινείται δημόσια για το υψηλό της επίπεδο και για τον χώρο που αφήνει στην διαφορετική άποψη.
Από ποιούς προκύπτει όμως περισσότερο αυτός ο έπαινος;
Κατά κανόνα εκείνοι οι οποίοι παίζουν το συγκεκριμένο ρόλο είναι το ίδιο το σύστημα των πολιτευτών που συντηρείται σαν θέατρο, ενώ στη σκηνή του ανεβοκατεβαίνουν δύο θίασοι με διαφορετικές μεν ερμηνευτικές αρετές, με διαφορετική ρητορική, αλλά με το ίδιο πάντα φινάλε. Μιλώντας με πολιτικούς όρους, το φινάλε αυτό είναι η διατήρηση ενός διεθνοποιημένου οικονομικού και πολιτικού συστήματος στο απυρόβλητο, είναι η αλλαγή παραμέτρων και λεπτομερειών, αλλά όχι αλλαγή πορείας.
Οι "αλλαγές" στην δυτική κοινοβουλευτική δημοκρατία δεν είναι παρά εν-αλλαγές. Συντηρητικοί και εργατικοί, δημοκρατικοί και ρεπουμπλικάνοι, φιλελεύθεροι και σοσιαλδημοκράτες, οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Και η γλώσσα; Πως εργαλειοποιείται αυτό το ζωντανό ένστικτο στις δομές των σύγχρονων κρατών που αυτοαποκαλούνται δημοκρατικά; Άραγε τα κράτη με τη σημερινή τους μορφή έχουν απορρίψει αυτά για τα οποία τόσο κατηγόρησαν τις απολυταρχικές δομές;
Η ίδια η ύπαρξη της πολιτικής ως τρόπου ανθρώπινου στοχασμού και δράσης, προϋποθέτει την εφαρμογή ενός πρίσματος στην οπτική της πραγματικότητας. Η οπτική γωνία μας είναι φυσικό να ποικίλει αφού από τον πιο προνομιούχο άνθρωπο μίας κοινωνίας μέχρι τον πιο καταπιεσμένο, αλλάζουν οι συσχετισμοί μεταξύ των προσωπικών και των συλλογικών "θέλω".
Η διαφορά είναι ότι στις απολυταρχικές κοινωνίες, η υψηλή εξουσία επιβάλλει στις μάζες το δικό της πρίσμα με κάθε μέσο. Στην δημοκρατία τα διαφορετικά πρίσματα έχουν την δυνατότητα να εκφράσουν αυτή την ετερότητά τους, έχουν το δικαίωμα και την υποχρέωση να δώσουν μία μάχη επιχειρημάτων και επικοινωνίας για να πείσουν το καθορισμένο εκλογικό σώμα ότι αυτό που πρεσβεύουν εκπροσωπεί το συμφέρον της πλειοψηφίας.
Υπάρχουν πολλές ενστάσεις σχετικά με το αν στην κοινοβουλευτική δημοκρατία του σήμερα ισχύουν τα παραπάνω, ή αν πρόκειται για μία πλειοψηφική έγκριση πολύ αφηρημένων πραγμάτων που αφήνονται στα χέρια των τεχνοκρατών και των γραφειοκρατών, κάθε τέσσερα ή πέντε χρόνια.
Το ζήτημα είναι ότι κατά τη διάρκεια των χρόνων αυτών, υπάρχει άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο ένας βομβαρδισμός με γλώσσα της εξουσίας. Όταν η ενημέρωση, η καθημερινότητα, ο πολιτικός ορίζοντας καθορίζονται από τις υψηλές εξουσιαστικές δομές, πως είναι δυνατόν να έχουμε την ψευδαίσθηση ότι ο ευνουχισμένος από κριτική σκέψη "μέσος πολίτης" θα καταφέρει να γκρεμίσει με την ψήφο του αυτή την κατάσταση; Το καθεστώς εναλλαγής έχει εγκαθιδρύσει νοοτροπία εναλλαγής.
Υπάρχουν πολλές ενστάσεις σχετικά με το αν στην κοινοβουλευτική δημοκρατία του σήμερα ισχύουν τα παραπάνω, ή αν πρόκειται για μία πλειοψηφική έγκριση πολύ αφηρημένων πραγμάτων που αφήνονται στα χέρια των τεχνοκρατών και των γραφειοκρατών, κάθε τέσσερα ή πέντε χρόνια.
Το ζήτημα είναι ότι κατά τη διάρκεια των χρόνων αυτών, υπάρχει άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο ένας βομβαρδισμός με γλώσσα της εξουσίας. Όταν η ενημέρωση, η καθημερινότητα, ο πολιτικός ορίζοντας καθορίζονται από τις υψηλές εξουσιαστικές δομές, πως είναι δυνατόν να έχουμε την ψευδαίσθηση ότι ο ευνουχισμένος από κριτική σκέψη "μέσος πολίτης" θα καταφέρει να γκρεμίσει με την ψήφο του αυτή την κατάσταση; Το καθεστώς εναλλαγής έχει εγκαθιδρύσει νοοτροπία εναλλαγής.
Είναι πολύ όμορφο να σκεφτούμε ότι οι δυνάμεις της αντιπληροφόρησης και της εναλλακτικής σκέψης θα μπορέσουν με συντονισμένη δράση να ανατρέψουν την κατάσταση. Όμως για να γίνει κάτι τέτοιο, θα πρέπει τα μέσα έκφρασης που θέλουν να γκρεμίσουν το παρόν καθεστώς, να αποκτήσουν αντίστοιχη μαζικότητα. Πως είναι δυνατόν να φτάσουμε σε αυτό το σημείο, αφού τα μέσα λειτουργούν και αυτά κεφαλαιοκρατικά; Θα μπορέσει ποτέ η εναλλακτική πληροφόρηση, η οποιαδήποτε αντισυστημική προσέγγιση να φτάσει με επάρκεια στα μάτια και τα αυτιά όλων, με την ίδια άνεση που το κράτος αναπαράγει την οπτική του για τα πράγματα;
Στις αράδες που παρέθεσα στην αρχή του κειμένου, ο Τρότσκι περιγράφει μία βιωμένη γι'αυτόν πραγματικότητα όταν βρισκόταν στην αντιπολίτευση του σταλινικού καθεστώτος. Μία "συμβατική κομμουνιστική γλώσσα" χρησιμοποιήθηκε σαν επίχρισμα για πράγματα που ήταν εμφανώς αντιλαϊκά και εξυπηρετούσαν μία συγκεκριμένη άρχουσα τάξη. Μπορούμε να ισχυριστούμε ότι αυτό το πράγμα δε συμβαίνει σήμερα, έστω όχι υποχρεωτικά αλλά σίγουρα μαζικά;
Μία σειρά λέξεων και εκφράσεων επιδιώκει συνεχώς να χαρακτηρίσει με όσο πιο "ανώδυνο" και ωραιοποιημένο τρόπο πράγματα που πλήττουν την πλειοψηφία με προκλητικό τρόπο:
Αποκρατικοποίηση αντί για ιδιωτικοποίηση
Ελεύθερη οικονομία αντί για καπιταλισμό
Περικοπές δαπανών και δυναμικού αντί για μειώσεις μισθών και απολύσεις
Απελευθέρωση ωραρίου αντί για παράδοση στα ωράρια των πολυεθνικών
Πόσες φορές θα ακούσουμε την δεύτερη κατηγορία λέξεων αντί για την πρώτη;
*το stencil στην φωτογραφία είναι του AndyFarrugia
Στις αράδες που παρέθεσα στην αρχή του κειμένου, ο Τρότσκι περιγράφει μία βιωμένη γι'αυτόν πραγματικότητα όταν βρισκόταν στην αντιπολίτευση του σταλινικού καθεστώτος. Μία "συμβατική κομμουνιστική γλώσσα" χρησιμοποιήθηκε σαν επίχρισμα για πράγματα που ήταν εμφανώς αντιλαϊκά και εξυπηρετούσαν μία συγκεκριμένη άρχουσα τάξη. Μπορούμε να ισχυριστούμε ότι αυτό το πράγμα δε συμβαίνει σήμερα, έστω όχι υποχρεωτικά αλλά σίγουρα μαζικά;
Μία σειρά λέξεων και εκφράσεων επιδιώκει συνεχώς να χαρακτηρίσει με όσο πιο "ανώδυνο" και ωραιοποιημένο τρόπο πράγματα που πλήττουν την πλειοψηφία με προκλητικό τρόπο:
Αποκρατικοποίηση αντί για ιδιωτικοποίηση
Ελεύθερη οικονομία αντί για καπιταλισμό
Περικοπές δαπανών και δυναμικού αντί για μειώσεις μισθών και απολύσεις
Απελευθέρωση ωραρίου αντί για παράδοση στα ωράρια των πολυεθνικών
Πόσες φορές θα ακούσουμε την δεύτερη κατηγορία λέξεων αντί για την πρώτη;
*το stencil στην φωτογραφία είναι του AndyFarrugia
http://osr55.wordpress.com/2009/04/19/
ΑπάντησηΔιαγραφήΚατασκευάζοντας συναίνεση- Μπορείς να πολεμήσεις μόνο όταν δεις τον κίνδυνο….