"Τα όρια της γλώσσας μου είναι τα όρια του κόσμου μου"
Βίτγκενσταιν
Όταν ήρθα να ζήσω στην Κύπρο σχεδον δέκα χρόνια πριν, οι κατηγορίες ελλαδιτών που βρίσκονταν εδώ ήταν πολύ συγκεκριμένες:
α) φαντάροι της ΕΛΔΥΚ και επαγγελματίες στρατιωτικοίβ) μερικές δεκάδες φοιτητές
γ) παντρεμένοι στην Κύπρο
δ)τυχοδιώκτες
Όπως είναι φυσικό, το όνομα που έχτισαν οι "εξ'Ελλάδος"* εδώ ήταν το χειρότερο (ειδικότης μας). Οι φαντάροι τα έφτιαχναν με Κύπριες τάζοντάς τους τον ουρανό με τα άστρα, ο οποίος σκοτείνιαζε απότομα όταν ερχόταν η επόμενη μετάθεση. Ο γαμπρός ήταν συχνά ανεπρόκοπος και ξεκοκκάλιζε την προίκα. Ο φοιτητής τα έπινε σε κάποιο μπαρ και έτρεχε πριν έρθει ο λογαριασμός και ο τυχοδιώκτης εξασφάλιζε λεφτά με χίλιους δυο απίστευτους τρόπους και κομπίνες. Οκ, χρησιμοποιώ τα στερεότυπα με το κιλό για να γίνεται ο σχετικός χαβαλές.
Τον τελευταίο καιρό, έχει γεννηθεί και μία νέα κατηγορία ελλαδίτη στην Κύπρο, ο οικονομικός μετανάστης. Όλοι αυτοί πάντως, ανεξάρτητα από τα κίνητρά τους, με το που πατούν το πόδι τους στη μεγαλόνησο, έρχονται σε επαφή με μία διάλεκτο που πολύ πιθανό είναι να μην έχουν ξανακούσει ποτέ. Στην αρχή, οι περισσότεροι την βρίσκουν ακατανόητη αλλά μετά από λίγες μέρες τριβής εξοικειώνονται με τους βασικούς τύπους και αρχίζουν να συνεννοούνται. Με λίγη προσπάθεια και από τις δύο πλευρές, η νεοελληνική κοινή και η κυπριακή διάλεκτος είναι αμοιβαία κατανοητές.
Ωστόσο, κάποιες λέξεις ή εκφράσεις συχνά δημιουργούν παρεξηγήσεις που αγγίζουν τα όρια του αστείου. Είπα λοιπόν σήμερα να ασχοληθώ με ορισμένες από αυτές: